Ο χορός της φωτιάς // athinorama.gr

Η παράσταση που υπογράφει ο Άρης Μπινιάρης, εμπνεόμενος από τη γενοκτονία των Ποντίων, κινείται σε τεντωμένο σχοινί κι έρχεται εξαρχής αντιμέτωπη με δύο στοιχήματα, τα οποία τελικά κερδίζει

Η παράσταση που υπογράφει ο Άρης Μπινιάρης, εμπνεόμενος από τη γενοκτονία των Ποντίων, κινείται σε τεντωμένο σχοινί κι έρχεται εξαρχής αντιμέτωπη με δύο στοιχήματα, τα οποία τελικά κερδίζει: να μην πέσει στην παγίδα του εθνικισμού και να μην ωραιοποιήσει τη φρίκη. Όσοι περιμένουν να δουν μια ιστορία αμιγώς «ποντιακή» ίσως απογοητευτούν, όπως και όσοι ζητούν μια ιστορία με πλοκή και χαρακτήρες. Ο Μπινιάρης κάνει στον «Χορό της φωτιάς» ό,τι έκανε στις «Βάκχες»: στήνει επί σκηνής μια σύγχρονη τελετουργία. Η παράσταση έχει τη μορφή τελετής κατά την οποία μια κοινότητα ανθρώπων αποφασίζει να τραγουδήσει «μια παλιά, λησμονημένη ιστορία». Το ρήμα «τραγουδώ» είναι κομβικό: η παράσταση είναι χτισμένη ως ρυθμική αφήγηση, πότε πολυφωνική και πότε μονοφωνική, ενός κειμένου συχνά επαναλαμβανόμενου, πάνω στη μουσική του Φώτη Σιώτα, ο οποίος δικαιωματικά θεωρείται συνδημιουργός της παράστασης. Η κίνηση είναι συμπρωταγωνιστής της μουσικής και του κειμένου, καθώς οι σωματικές δράσεις, γεννημένες από όσα περιγράφουν τα λόγια αλλά όχι απεικονίζοντάς τα κυριολεκτικά, συνιστούν την όποια σκηνική «πλοκή».

 

Ο Μπινιάρης μεταχειρίζεται τα περισσότερα από τα εργαλεία του μη αναπαραστατικού, τελετουργικού θεάτρου: στηρίζεται στην αφήγηση, επιμένει σε μια σχετικά αφαιρετική κινησιολογία, δημιουργεί ισχυρούς αλλά ευανάγνωστους συμβολισμούς, όπως για παράδειγμα το δίπολο αρσενικό - θηλυκό, και αντιμετωπίζει τους ηθοποιούς ως μορφές, όχι ως πρόσωπα με ατομικά χαρακτηριστικά· τα πτυχωτά κοστούμια της Ματίνας Μέγκλα, μάλιστα, τους προσδίδουν αρχαϊκή αίσθηση, ενώ χάρη στους εξαιρετικούς φωτισμούς (Στέλλα Κάλτσου) συχνά γράφουν στη σκηνή σαν μονόχρωμες σκιές. Αυτά απομακρύνουν το θέαμα από μια σαφή σύνδεση με το ιστορικό γεγονός από το οποίο γεννήθηκε, κάτι που εντείνεται από την απουσία συγκεκριμένων ιστορικών πληροφοριών στο κείμενο αλλά και από την απουσία ποντιακών ακουσμάτων στη μουσική του Σιώτα (αν και στο βάθος της διακρίνεται ένας λυγμός αντίστοιχος αυτού της ποντιακής λύρας). Ακόμη κι αν μια τέτοια επιλογή ξενίζει, τελικά ανοίγει το θέαμα σε ευρύτερες αναγνώσεις και προτρέπει τον θεατή να μη σταθεί σε ένα επίπεδο.

 

Στην καρδιά της παράστασης βρίσκονται οι φρικαλεότητες που γεννούν ο εθνικισμός και ο φονταμενταλισμός, όμως και το αρχικό ζητούμενο –ο φόρος τιμής στους Ποντίους– εξυπηρετείται τελικά. Κι αυτό επειδή το σκηνικό δρώμενο επιδρά έντονα στις αισθήσεις, στα συναισθήματα και στο συγκινησιακό βίωμα του θεατή. Η μουσική, η κίνηση, τα (σπαρακτικά) λόγια υπακούουν σε μια υπόγεια λογική –ίσως όχι άμεσα ορατή αλλά παρούσα– αρχής, εξέλιξης, κορύφωσης και τέλους. Οι έντεκα ερμηνευτές (Χρήστος Λούλης, Ιωάννα Παππά, Κατερίνα Δημάτη, Γρηγορία Μεθενίτη, Ελένη Μπούκλη, Δώρα Ξαγοράρη, Λεωνή Ξεροβάσιλα, Μάνος Πετράκης, Κώστας Σεβδαλής, Νίκος Τσολερίδης, Ορέστης Χαλκιάς) γίνονται αφηγητές και ταυτόχρονα δρώντες και παθόντες αυτής της «λησμονημένης ιστορίας», μέχρι τη λυτρωτική κορύφωση του ποντιακού χορού, που συνδέει άμεσα πια την παράσταση με το αρχικό θέμα της (δυστυχώς, με την ποντιακή λύρα σε ηχογράφηση), και την ολοκλήρωση του τελετουργικού της μνήμης. 

ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΕΙΡΑΙΑ Ηρώων Πολυτεχνείου & Βασ. Γεωργίου, Πειραιάς, 2104143310-20. Διάρκεια: 70΄.

FOLLOW US

Youtube Instagram
Gravity custom web