Ο Νίκος Διαμαντής ανεβάζει τον «Ηλίθιο» του Ντοστογιέφσκι στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά | www.lifo.gr
Ο Νίκος Διαμαντής ανεβάζει τον «Ηλίθιο» του Ντοστογιέφσκι στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά
Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου μιλά για τον τρόπο που προσέγγισε το εμβληματικό έργο ώστε να δημιουργήσει μια φιλόδοξη «ποιητική παραβολή»
Οι χαρακτήρες πάνω σε αυτά τα νησάκια υιοθετούν προσωπικούς τρόπους και άλλοτε δεσμεύονται και δεν μπορούν να μετακινηθούν, άλλοτε εξορίζονται, άλλοτε δημιουργούν σχέσεις και μπορούν άνετα να προχωρήσουν και να μετακινηθούν, άλλοτε θέλουν να τα ξεφορτωθούν με βία, άλλοτε θέλουν να δημιουργήσουν πύργους της Βαβέλ και να φτάσουν στον Θεό.
«Όλο το έργο διαδραματίζεται σε οκτώ τόπους πάνω στους οποίους μετακινούνται τα πρόσωπα. Οκτώ νησίδες μοναξιάς σε μια άβυσσο. Αυτοί οι τόποι, καθ' όλη τη διάρκεια του έργου, μετατοπίζονται από τους ηθοποιούς, παράγοντας ήχους και διαφορετικούς υποχώρους: σπίτια, αφηρημένους ποιητικούς χώρους, τόπους της Βαβέλ, τόπους εξορίας, παγκάκια, όνειρα. Το έργο όλο είναι στημένο σε 10 νησιά και μία σταγόνα, τη σταγόνα του πόνου και των δακρύων της Ναστάζια Φιλίπποβνα και των ανθρώπων. Μια σταγόνα που κατά τη διάρκεια του έργου πέφτει, μαζεύεται, πλένονται με αυτήν, πίνουν από αυτήν». Κάπως έτσι ξεκινάει την περιγραφή της παράστασης του «Ηλίθιου» του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι που σκηνοθετεί ο Νίκος Διαμαντής, καλλιτεχνικός διευθυντής του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, σε νέα μετάφραση και διασκευή για το θέατρο από τους Αντώνη και Κωνσταντίνο Κούφαλη.
Στον «Ηλίθιο», το εμβληματικό μυθιστόρημα με το έντονο αυτοβιογραφικό στοιχείο, ο πρίγκιπας Μίσκιν επιστρέφει στη Ρωσία και στην Αγία Πετρούπολη μετά από πολυετή απουσία. Επιληπτικός και κάπως αθώος, πέφτει μονίμως θύμα περιφρόνησης και χλευασμού από το περιβάλλον του. Παρ' όλα αυτά, αντιδρά με καλοσύνη. Αναπάντεχα κληρονομεί μια μεγάλη περιουσία κι έτσι βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Η αγαθή του φύση είναι ακατανόητη και προκαλεί αντικρουόμενα συναισθήματα. Αυτός ο ιερός «Ηλίθιος», όποτε βρίσκεται στη δίνη των ανθρώπινων παθών, της απαξίωσης, της απληστίας, του έρωτα και της ζήλιας, απαντά με αυταπάρνηση, αγάπη και αυτοθυσία! Ελπίζω οι θεατές που θα έρθουν να δουν την παράσταση να σκεφτούν. Να δουν τη ζωή τους με διαφορετικό τρόπο μέσα από αυτή την παραβολή. Να «καθαρίσουν» τη ζωή τους με τις σκέψεις που θα κάνουν, να την ξανακοιτάξουν. Συνάντησα τον σκηνοθέτη σε χώρο του θεάτρου, καθώς ολοκλήρωνε την πρόβα με τη Λένα Παπαληγούρα και τη Μαρία Κίτσου. Κατά τη διάρκειά της παρακολούθησα τη σφοδρή σύγκρουση ανάμεσα σε δύο γυναίκες που εκπροσωπούν δύο εντελώς διαφορετικούς κόσμους, την Αγλαΐα Ιβάνοβνα και τη Ναστάζια Φιλίπποβνα. Με το που αποχωρούν οι δύο ταλαντούχες ηθοποιοί, ο Διαμαντής μου λέει: «Είναι δύο διαφορετικές γυναίκες που θυσιάζονται και ταπεινώνονται. Με αυτές σχετίζονται ο Μίσκιν και ο Ραγκόζιν.
Η Μαρία Κίτσου κουβαλάει τη Ναστάζια Φιλίπποβνα, το στοιχείο του απρόβλεπτου, του ενστίκτου και του κακοποιημένου ζώου που προσπαθεί να βρει δρόμους για να ξεφύγει από τους διώκτες του. Ένα πρόσωπο που τιμωρεί και τιμωρείται σε μια θυσία του εαυτού της. Είναι η Μαρία Μαγδαληνή του έργου. Βρομίστηκε με τέτοιο τρόπο που την κάνει τρομερά απρόβλεπτη. Είναι μια πληγωμένη τίγρη που θυσιάζεται εν γνώσει της. Η Παπαληγούρα στον ρόλο της Αγλαΐας, που έχει μια αμφιλεγόμενη αθωότητα και ακόμα δεν έχει διαχειριστεί ερωτήματα σεξουαλικής υφής, αλλάζει ταυτότητα μέσα στο έργο, χάνεται, λέει ψέματα μέσα στην ανάγκη της να υπάρξει. Πρόκειται για δύο εξαιρετικά πολύπλοκους χαρακτήρες, αλλά είμαι πάρα πολύ ικανοποιημένος από τους συνεργάτες μου». Ένας εκρηκτικός, βασανισμένος διάβολος είναι ο Γιάννης Στάνκογλου. Φωτο: Σταύρος Χαμπάκης Η Λένα Παπαληγούρα στον ρόλο της Αγλαΐας, που έχει μια αμφιλεγόμενη αθωότητα και ακόμα δεν έχει διαχειριστεί ερωτήματα σεξουαλικής υφής, αλλάζει ταυτότητα μέσα στο έργο, χάνεται, λέει ψέματα μέσα στην ανάγκη της να υπάρξει. Φωτο: Σταύρος Χαμπάκης Καθώς μου δείχνει το σκηνικό σε μια ψηφιοποιημένη μακέτα στο λάπτοπ του αναρωτιέμαι γιατί κυριαρχεί το νερό, δηλαδή το εφέ που θα περιβάλει τις «νησίδες μοναξιάς», όπως τις χαρακτηρίζει. Μου απαντάει: «Γιατί είναι τα δάκρυα των ανθρώπων. Φωτιστικά είναι μια άβυσσος ανάμεσα στα νησάκια. Ένας ου τόπος. Και μια "πραγματική" σταγόνα όπου γίνονται δράσεις άμεσα σχετιζόμενες με αυτήν. Οι χαρακτήρες πάνω σε αυτά τα νησάκια υιοθετούν προσωπικούς τρόπους και άλλοτε δεσμεύονται και δεν μπορούν να μετακινηθούν, άλλοτε εξορίζονται, άλλοτε δημιουργούν σχέσεις και μπορούν άνετα να προχωρήσουν και να μετακινηθούν, άλλοτε θέλουν να τα ξεφορτωθούν με βία, άλλοτε θέλουν να δημιουργήσουν πύργους της Βαβέλ και να φτάσουν στον Θεό. Αυτό είναι όλο το έργο, αυτή η διαρκής πραγματική σταγόνα δίνει το πυκνό κι ευαίσθητο εσωτερικό των ανθρώπινων υπάρξεων του έργου συνολικά. Το έργο είναι μια κοινωνία, μια πινακοθήκη χαρακτήρων που έρχονται και περιστοιχίζουν ένα πρόσωπο άλλης πνευματικής τάξης, έναν "ηλίθιο". Ένα πρόσωπο που έχει το άγγιγμα του Θεού, που επικοινωνεί με όλους και με όλα αγνοώντας τις συνέπειες προφανώς, τον κίνδυνο, τις κοινωνικές συνθήκες, τους καθωσπρέπει συμβιβασμούς, ένα πρόσωπο που μοιράζεται, διαλύεται και αναζητά κατά τη διάρκεια του έργου την τρυφερότητα και την καλοσύνη για να μπορέσει να υπάρξει. Ένας σύγχρονος Ιησούς». Είναι αθώος πέραν των κοινωνικών συμβάσεων. Όλο αυτό, κατά την προσωπική μου άποψη, προέρχεται από τον απίστευτο τρόπο που τον αγγίζει ο κόσμος. — Από πού προέρχεται αυτή του η απύθμενη αφέλεια; Είναι αθώος πέραν των κοινωνικών συμβάσεων. Όλο αυτό, κατά την προσωπική μου άποψη, προέρχεται από τον απίστευτο τρόπο που τον αγγίζει ο κόσμος.
Ο Μίσκιν επικοινωνεί άμεσα με αυτό που τον περιβάλλει: τη φύση, τον Θεό, τα συναισθήματα. Με όλα αυτά που τον ακουμπάνε και του δημιουργούν τρομώδεις ήχους, τρομώδεις αισθήσεις εντός του και τον διαλύουν. Είναι ένα πρόσωπο που γίνεται δέκτης, αγνοώντας οποιαδήποτε σύμβαση. Είναι μια παραβολή το έργο. Και ισχυροποιώντας αυτή την παραβολή, για να δώσω την ακριβή αίσθηση του ανθρώπου αυτού, λέω πως είναι σαν το πρόσωπο της «Νοσταλγίας» του Ταρκόφσκι. Είναι σαν τον γάιδαρο στο «Au Hasard Balthazar» του Μπρεσόν που, ανύποπτος, διασχίζει των ανθρώπων τα πάθη. Γι' αυτό ο Μίσκιν στο έργο συνομιλεί και αποκαλύπτει την ψυχή του μόνο σε έναν γαϊδαράκο που επισκέπτεται τακτικά και είναι η παρηγοριά του.
Γιώργος Κωνσταντίνου: Αν υπολόγιζα τους ανθρώπους που μου έκαναν κακό, τι θα ήμουν; Ένας χτικιάρης, θα είχα σαπίσει! — Παραπέμπει στη σχέση του Ιησού με τον γάιδαρο, που είναι και το πιο ταπεινό ον... Ακριβώς. Το έργο έχει ένα δίπολο: από τη μια ο Μίσκιν, ο Χριστός, και από την άλλη ο Ραγκόζιν, που είναι ο βασανισμένος κακός, ο βασανισμένος διάβολος, αυτός που σκοτώνει τη Ναστάζια Φιλίπποβνα.
Ανάμεσά τους υπάρχει ένα πρόσωπο πολύ ενδιαφέρον, ο Ιππόλυτος, ένας θνητός που πεθαίνει μέσα σε λίγες μέρες και εμφανίζεται μετά τη μέση του έργου και μετά, μέσα σε αυτή την απίστευτη αγωνία του να ζήσει. Έχει έναν μονόλογο όπου, φτύνοντας χολή σε όλους, μας κάνει να δούμε τον κόσμο με διαφορετικό μάτι. Και να ξαναζήσουμε. Είναι ένα θετικά αρνητικό πρόσωπο που δείχνει τον τρόμο που μας προκαλεί η προοπτική να ζήσουμε με τελείως διαφορετικό τρόπο.
— Ο Ντοστογιέφσκι επανέρχεται σε όλα του τα μυθιστορήματα στα πάθη των ανθρώπων. Στον «Ηλίθιο» σκαρφίζεται αυτό το εξιδανικευμένο, πέρα από κάθε ανθρώπινη υπόσταση, σχεδόν θεϊκό πρόσωπο. Γιατί λέτε να το κάνει; Για να μιλήσει για τον πόνο των ανθρώπων. Δεν έχει τόση σημασία ο Μίσκιν όσο αυτό που βλέπει, οι αντιδράσεις του, η διαδρομή του, η διάλυσή του, η επιληψία του, ο τρόπος με τον οποίο θρυμματίζεται. Ένα εύθραυστο ον είναι ο Μίσκιν που στην ουσία μάς αποκαλύπτει τον πόνο των ανθρώπων, τα δάκρυά τους, την ανθρώπινη κατάσταση.
Τη γελοιότητα, την απελπισία, την αλλαγή, την αντίφαση, την κωμωδία, το εφήμερο, όλα τα στοιχεία του ανθρώπου. Για τον άνθρωπο θέλει να μιλήσει, όχι για τον Μίσκιν. Ο Ντοστογιέφσκι χρησιμοποιεί και κατασκευάζει τον Μίσκιν ώστε πάρει πάνω του όλη την ανοησία, την ψευτιά, τον τρόμο, τη γελοιότητα των ανθρώπων. Να θυσιαστεί για τους ανθρώπους σαν αμνός. Είναι ένα πνευματικό έργο, γι' αυτό το διαλέξαμε. Μπορεί να ακούγεται υπερφίαλο, αλλά έχουμε ανάγκη ένα όραμα. Στην πραγματικότητα η επιστροφή στα στοιχειώδη, στο όραμα του ανθρώπου, είναι μια επιταγή της εποχής. Το έργο είναι μια κοινωνία, μια πινακοθήκη χαρακτήρων που έρχονται και περιστοιχίζουν ένα πρόσωπο άλλης πνευματικής τάξης, έναν "ηλίθιο".
— Ως μεγάλο κλασικό έργο λέει την ίδια ιστορία, διαπερνώντας τους αιώνες. Την ιστορία του ανθρώπου. Είτε τη λέει ο Όμηρος, είτε ο Σαίξπηρ, είτε ο Αισχύλος, είτε ο Τσέχοφ, είτε ο Ντοστογιέφσκι, είτε ο Μπέκετ, είναι η ιστορία του ανθρώπου που υπομένει τη ζωή με διαφορετικούς τρόπους. Που αγγίζει τον άνθρωπο με διαφορετικούς τρόπους.
— Γιατί λέτε ότι είναι μια επιταγή της εποχής μας; Γιατί το κακό δεν υπήρχε ποτέ με τέτοιον τρόπο. Από το Άουσβιτς και μετά δεν έχουμε δει τέτοιο κακό. Ίδια είναι τα προβλήματα παντού.
— Υπάρχει κάποια σκηνή που να σας υπενθυμίζει σε ανατριχιαστικό βαθμό αυτόν το ζόφο; Η στιγμή που ο Μίσκιν και ο Ραγκόζιν βλέπουν τον Χριστό του Χόλμπαϊν στο σπίτι του Ραγκόζιν. Υπάρχει αυτή η σκηνή στο κέντρο του έργου που θυμίζει μια άλλη από το «Αποκάλυψη τώρα», όπου, μετά από μεγάλη διαδρομή, οι ήρωες φτάνουν στο νησί και συναντάνε τον απόλυτο άρχοντα, τον Θεό, που είναι ο Μάρλον Μπράντο, μέσα στη σπηλιά, στην καρδιά του ζόφου, μαζί με όλο το κακό που τον περιβάλλει. Εκεί, λοιπόν, στο σπίτι του Ραγκόζιν, είμαστε στην καρδιά του ζόφου, του σκοταδιού. Εκεί ο Ντοστογιέφσκι έχει βάλει έναν Χριστό, αλλά όχι οποιονδήποτε ‒ τον Χριστό του Χόλμπαϊν. Έναν ξαπλωμένο, τελείως ανθρώπινο, γυμνό, αποστεωμένο, χτυπημένο, διαλυμένο, εξανθρωπισμένο, καθόλου άγιο Χριστό. Μπροστά του τίθενται ζητήματα πίστης, ανάτασης και οντολογίας του ανθρώπου. Ο συγκεκριμένος Χριστός του Χόλμπαϊν χρησιμοποιήθηκε με αυτό το σχήμα σε ένα συγκεκριμένο μουσείο για τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στη Γαλλία, όπου βλέπεις τάφους στο πάτωμα με τις στολές των στρατιωτών που χάθηκαν ‒ ένα ανατριχιαστικό πράγμα. Αυτή, λοιπόν, η στιγμή του έργου κατά την οποία ο Μίσκιν μπαίνει στην καρδιά του σκοταδιού και φωτίζει όλο αυτό το θεϊκό στοιχείο με τελείως διαφορετικό τρόπο, εξυψώνοντας τον άνθρωπο, κατά τη γνώμη μου είναι μοναδική στην παγκόσμια λογοτεχνία. Τότε ο Μίσκιν εξυψώνεται ακόμα πιο πολύ. Αυτό είναι το καταπληκτικό. Μιλάει για τον τρόπο που πιστεύουμε, για τον λόγο που πρέπει να πιστεύουμε, να έχουμε ελπίδα στη ζωή μας, να προχωράμε μπροστά. Όλα αυτά που ο Μίσκιν λέει μπροστά σε έναν ξαπλωμένο Χριστό, μπροστά σε έναν τάφο, τίθενται σε τεράστια φιλοσοφική βάση. Ψιθυρίζει και τρέμει η καρδιά του ανθρώπου. Πρόκειται για τον άνθρωπο που βλέπει τη ζωή με εντελώς διαφορετική οπτική. Πού; Στην καρδιά του ζόφου, όπως λέει ο Κόνραντ. Η επιλογή του Πέτρου Φιλιππίδη δεν έγινε για λόγους εμπορικότητας, αλλά χάρη σε αυτή την εσωτερική λάμψη, την αθωότητα, την πνευματικότητα και τη βιρτουοζιτέ που διακρίνω ότι διαθέτει ως μεγάλος ηθοποιός που είναι. Φωτο: Σταύρος Χαμπάκης — Ο Ντοστογιέφσκι, όπως και ο Μπέργκμαν έναν αιώνα αργότερα, ταλανίζεται από το μεγάλο ερώτημα της ύπαρξης ή μη του Θεού. Προσωπικά, δεν έχω γνωρίσει άνθρωπο που να μην προσπαθεί να απαντήσει στο ερώτημα. Έχω γνωρίσει ανθρώπους που δίνουν απαντήσεις. Βέβαια, και η άρνηση ύπαρξης ενός υπέρτατου όντος είναι μια μορφή πίστης. Αυτήν τη στιγμή η φυσική είναι το επόμενο βήμα που θα αντικαταστήσει τη μεταφυσική και την πίστη του ανθρώπου. Η ολιστική αντιμετώπιση του κόσμου προσπαθεί να βρει την πηγή της ζωής και να αντιμετωπίσει τον μικρόκοσμο, τον εφήμερο κόσμο, με μια συνολική απάντηση που θα αντικαταστήσει τη θρησκεία. 8.3.2018 Ο Αργύρης Πανταζάρας σε έναν μονόλογο από κείμενα του Ντοστογιέφσκι και του Νιζίνσκυ
— Τι προσπαθείτε να πετύχετε με αυτή την παράσταση; Να δημιουργήσω μια ποιητική παραβολή που θα ακουμπήσει ‒δεν θα συγκινήσει απλώς‒ βασικά ερωτήματα, διατυπωμένα με ουσιαστικό τρόπο. Πώς ζω; Τι είναι ο άνθρωπος; Από τι αποτελούμαστε; Όλες οι ιστορίες που θα δούμε πάνω στη σκηνή πού μας οδηγούν; Ποιο είναι το συστατικό του ανθρώπου με το οποίο έρχεται αντιμέτωπος ο Μίσκιν; Δημιουργούμε μια ποιητική χειρονομία που αγγίζει την παραβολή. Δεν υπάρχει ρεαλισμός αλλά μια αναγωγή των συγκρούσεων και των διαδρομών των ανθρώπων, πλούσιων και φτωχών στην εποχή που γράφτηκε το έργο για να δείξουμε την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης σύνθεσης. Δεν υπάρχει καλό και κακό. Θεωρώ ότι είναι πολύ τολμηρή η διασκευή που έκαναν οι αδελφοί Κούφαλη. Συγκρότησαν μια δραματουργική πορεία επιλέγοντας μόλις 10 πρόσωπα από το σύνολο των χαρακτήρων του Ντοστογιέφσκι, έτσι ώστε να φωτιστεί το έργο με τον τρόπο του Μπέργκμαν, όπως είπατε κι εσείς.
— Με ποιο σκεπτικό επιλέξατε τους ηθοποιούς; Η επιλογή του Πέτρου Φιλιππίδη δεν έγινε για λόγους εμπορικότητας, αλλά χάρη σε αυτή την εσωτερική λάμψη, την αθωότητα, την πνευματικότητα και τη βιρτουοζιτέ που διακρίνω ότι διαθέτει ως μεγάλος ηθοποιός που είναι. Έχει την αθωότητα που χρειάζεται ο ρόλος, τη δυνατότητα να πετάξει και να δώσει τη διαρκή, πέραν των συμβάσεων έκπληξη, η οποία τον κάνει μερικές φορές διακριτά σκληρό και κυνικό. Μόνο ένας τόσο μεγάλος ηθοποιός μπορεί να δώσει κάτι τέτοιο με αποχρώσεις και όχι να καταδείξει. Και ο Φιλιππίδης είναι αποφασισμένος να συγκλονίσει, να θρυμματιστεί, να διαλυθεί, χωρίς καμία περιγραφή. Το δεύτερο πρόσωπο, ένας εκρηκτικός, βασανισμένος διάβολος, είναι ο Γιάννης Στάνκογλου. Δεν είναι μονοδιάστατος. Σέρνει τον Μίσκιν και η δυναμική του Στάνκογλου ως ηθοποιού το αναδεικνύει αυτό με εξαιρετικό τρόπο στην παράσταση. Οι άλλοι χαρακτήρες είναι ο στρατηγός Επάντσιν, που τον υποδύεται ο μυθικός Γιώργος Κωνσταντίνου, η γυναίκα του Επάντσινα, που ερμηνεύει η Γιώτα Φέστα με αυτήν την αθωότητα και την καλοσύνη που κουβαλάει η ηρωίδα, ο Λέμπεντεβ, που έχει αναλάβει ο Γιώργος Δεπάστας, ένας εργάτης του θεάτρου, ο φλεγόμενος Ιππόλυτος του Γιάννη Παπαζήση, ο Γάνια, ένα πρόσωπο ιδιαίτερα ενδιαφέρον σε σχέση με τον Μίσκιν, η επιτομή της μετριότητας και του συμβιβασμού, που υποδύεται ο Στάθης Μαντζώρος, και ο αδελφός του Γάνια, ο Κόλια, αθώο παιδί, που ενσαρκώνει ο υπερταλαντούχος νέος ηθοποιός Χάρης Χιώτης.
— Τι ελπίζετε από τους θεατές που θα έρθουν να δουν την παράσταση αυτή; Να σκεφτούν. Να δουν τη ζωή τους με διαφορετικό τρόπο μέσα από αυτή την παραβολή. Να «καθαρίσουν» τη ζωή τους με τις σκέψεις που θα κάνουν, να την ξανακοιτάξουν. Ο μυθικός Γιώργος Κωνσταντίνου υποδύεται τον στρατηγό Επάντσιν.
Ο Ηλίθιος του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι Από 13/04 έως 03/06/2018 Μετάφραση - Διασκευή: Αντώνης και Κωνσταντίνος Κούφαλης Σκηνοθεσία: Νίκος Διαμαντής Σκηνικά - Κοστούμια: Λίλη Πεζανού Μουσική - Sound Design: Μίνως Μάτσας Φωτισμοί: Ελευθερία Ντεκώ Παίζουν: Πέτρος Φιλιππίδης, Γιάννης Στάνκογλου, Μαρία Κίτσου, Λένα Παπαληγούρα, Γιώργος Κωνσταντίνου, Γιώτα Φέστα, Ιωάννης Παπαζήσης, Γιώργος Δεπάστας, Στάθης Μαντζώρος, Χάρης Χιώτης Πηγή:www.lifo.gr